Μελίης

Μελίης
Μελίη
manna ash
fem gen sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μελίης — μελία manna ash fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βουμελία — βουμελία, η (Α) είδος μεγάλης μελίης, φλαμουριάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < βου επιτατικό (< βους) + μελία «φλαμουριά» (πρβλ. βουκόρυζα, βούπαις κ.ά.)] …   Dictionary of Greek

  • μελία — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 520 μ., 117 κάτ.) στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Βρίσκεται σε απόσταση 29 χλμ. Ν των Ιωαννίνων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αγίου Δημητρίου. * * * η (Α μελία και επικ. τ. μελίη) άλλη κοινή σήμερα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”